Οι άνθρωποι από την φύση μας νομίζω είμαστε παρεμβατικά πλάσματα. Με αυτήν την σκέψη λοιπόν πώς θα μπορούσαμε να μην παρεμβαίνουμε στην καθημερινότητα του αγαπημένου μας κατοικίδιου. Στην πραγματικότητα παρεμβαίνουμε όλη την ώρα. Είτε το κάνουμε συνειδητά, είτε όχι.
Από το πρωί που θα ξεκινήσει η μέρα μας μέχρι το βράδυ που θα πάμε για ύπνο παρεμβαίνουμε.
Από την στιγμή που ο σκύλος μας είναι μέλος της οικογένειας μας και ζούμε κάτω από την ίδια στέγη, εμείς είμαστε αυτοί που φτιάχνουμε το πρόγραμμα του.
Εμείς ορίζουμε πότε θα πάει βόλτα, πότε θα φάει, πότε θα παίξει μέσα στο σπίτι (όταν θα του δώσουμε τα παιχνίδια του), πότε θα συναναστραφεί και θα παίξει με άλλους σκύλους ,πότε θα παίξουμε εμείς μαζί του. Άρα φτιάχνοντας το πρόγραμμα του επιλέγουμε εμείς πότε είναι η ώρα για το κάθε τι.
Αυτό λοιπόν από μόνο του αποτελεί την μεγάλη γενική παρέμβαση στην καθημερινότητα τους, η οποία όμως σε γενικές γραμμές έχει θετικό πρόσημο μιας και οι σκύλοι είναι ζώα που αγαπάνε το πρόγραμμα και την ρουτίνα. Έτσι παρέχοντας τους ένα σταθερό πρόγραμμα σίγουρα δημιουργούμε στον σκύλο μας συναισθηματική ισορροπία και σταθερότητα.
Ας δούμε όμως τώρα λίγο πιο ειδικά τα πράγματα μέσα από κάποια παραδείγματα.
Όταν περπατάμε χωρίς τον οδηγό στη φύση ή βρισκόμαστε στο πάρκο σκύλων και ο σκύλος μας πάει να κάνει κάτι, ο,τι και αν είναι αυτό, και τον φωνάζουμε να έρθει σε εμάς, ουσιαστικά επεμβαίνουμε στην πορεία του και αυτός επιλέγει να αφήσει αυτό που ήθελε να κάνει για να ακούσει το κάλεσμα μας(ή και όχι).Εδώ θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παρέμβαση μας δεν έχει αρνητικό πρόσημο στην μεταξύ μας σχέση αφού ναι μεν παρεμβαίνουμε αλλά δεν επεμβαίνουμε άμεσα και κατηγορηματικά, τον προτρέπουμε αλλά στην τελική η επιλογή είναι δίκη του.
Κάθε φορά που ο σκύλος μας γαβγίζει, παρεμβαίνουμε προσπαθώντας να σταματήσουμε αυτόν το τόσο ενοχλητικό θόρυβο για εμάς με αποτέλεσμα να μην τον αφήνουμε να επικοινωνήσει αυτό που θέλει (ξέρω, πολλές φορές οι σκύλοι το παρακάνουν με το γάβγισμα, αλλά μας αρέσει δεν μας αρέσει το γάβγισμα παραμένει τρόπος επικοινωνίας και έκφραση συναισθημάτων)
Όταν περπατάμε και ο σκύλος μας πάει να πάρει κάτι από κάτω παρεμβαίνουμε για να μην το πάρει.
Και εδώ είναι ένα αρκετά ξεκάθαρο παράδειγμα για να προσδιορίσουμε αν η παρέμβαση μας έχει θετικό ή αρνητικό πρόσημο.
Τραβώντας τον οδηγό παρεμβαίνουμε, θα μπορούσαμε να πούμε κάπως βίαια, επιλέγοντας αυταρχικά για τον σκύλο μας. Προφανώς τις περισσότερες φορές αυτό γίνεται για το καλό του αλλά με το τράβηγμα του οδηγού δημιουργούμε στον σκύλο αρνητικό συνειρμό έτσι επηρεάζουμε αρνητικά την ψυχολογία του και αναμφισβήτητα προσδίδουμε αρνητικό πρόσημο στην μεταξύ μας επικοινωνία.
Στην ίδια όμως περίπτωση αν έχουμε επενδύσει χρόνο στην εκπαίδευση του σκύλου μας και του έχουμε μάθει την προτροπή ΑΣΤΟ, του δίνουμε την δυνατότητα της επιλογής ,ο σκύλος μας επιλέγει να το αφήσει για να επιβραβευτεί. Παρεμβαίνουμε μεν στην απόφαση του αλλά παραμένει δική του απόφαση και έτσι προσδίδουμε θετικό πρόσημο στην ψυχολογία του και σίγουρα στην μεταξύ μας επικοινωνία.
Η μεγαλύτερη για μένα παρέμβαση που συνηθίζουμε εμείς οι άνθρωποι να κάνουμε στους σκύλους μας είναι δυστυχώς στην μεταξύ τους επικοινωνία. Όταν ο σκύλος μας παίζει με κάποιον άλλο σκύλο και το παιχνίδι γίνει πιο άγριο, πιο έντονο, πιο ζωηρό κατά την δική μας πάντα άποψη, οι περισσότεροι από εμάς επεμβαίνουμε για να διακόψουμε το παιχνίδι πριν αφήσουμε τους σκύλους να επικοινωνήσουν μεταξύ τους για το πώς θέλουν οι ίδιοι να εξελιχθεί το παιχνίδι.
Αν ενοχλεί κάποια συμπεριφορά του τον άλλο σκύλο, ή αν ενοχλείται ο ίδιος από την συμπεριφορά του άλλου σκύλου, τους στερούμε την δυνατότητα να διορθώσουν ο ένας τον άλλον όπως μόνο οι σκύλοι ξέρουν να κάνουν μεταξύ τους και αυτό σίγουρα δεν κάνει καλό στην μεταξύ τους επικοινωνία.
Σε εκείνο το σημείο δείχνουμε ελάχιστη εμπιστοσύνη στον σκύλο μας θεωρώντας τον ανίκανο να βάλει τα όρια του ή να δεχτεί τα όρια του άλλου, επεμβαίνουμε λοιπόν χωρίς να αφήσουμε τον σκύλο μας να μάθει ποιες συμπεριφορές είναι αποδέκτες από τους άλλους σκύλους.
Το ίδιο ισχύει και σε μια πρώτη επαφή, μια καινούργια γνωριμία με έναν σκύλο. Όταν βλέπουμε μια συμπεριφορά που δεν μας φαίνεται σωστή παρεμβαίνουμε διακόπτοντας στην ουσία την γνωριμία, χωρίς να τους αφήσουμε να χαλαρώσει ο ένας τον άλλον, να μιλήσει ο ένας στον άλλο, επηρεάζοντας άθελα μας αρνητικά την μεταξύ τους επικοινωνία αλλά και την δίκη μας μαζί του.
Όταν ο σκύλος μας γρυλίζει, συνήθως παρεμβαίνουμε μαλώνοντας τον για να σταματήσει. Αυτό που καταφέρνουμε εκείνη την στιγμή είναι να τον μπερδέψουμε, να τον μουδιάσουμε συναισθηματικά.
Επηρεάζουμε αρνητικά την ψυχολογία του αλλά και την μεταξύ μας επικοινωνία, μιας και εμείς είμαστε αυτοί που διακόπτουμε την προσπάθεια επικοινωνίας του σκύλου μας, γιατί το γρύλισμα δεν είναι κάτι άλλο πέρα από τον τρόπο του να μας δείξει ότι η δεδομένη συνθήκη τον κάνει να νιώθει άβολα, ή να επικοινωνήσει τον φόβο του, το στρες του, τον πόνο ή την δυσαρέσκεια του.
Ακόμα και στον ύπνο τους καμιά φορά παρεμβαίνουμε. Όταν βλέπουν κάποιο έντονο όνειρο δεν είναι λίγες οι φορές που αρκετοί από εμάς τους ξυπνάμε για να σταματήσουμε αυτό που σε εμάς φαντάζει αρνητική και τρομαχτική εμπειρία. Αυτό που κάνουμε όμως στην πραγματικότητα είναι να διακόπτουμε τον ύπνο τους και σίγουρα αυτό πρέπει να επηρεάζει αρνητικά την ψυχολογία τους.
Ή όταν ξύνει με μανία το χαλί ή το κρεβάτι του για να βολευτεί, εμείς πάλι παρεμβαίνουμε, αυτήν την φορά ξεκάθαρα για να μην μας χαλάσει το χαλί ή για να μην καταστρέψει το κρεβάτι του. Παρόλο που είναι κατανοητός ο λόγος της παρέμβασης δεν παύει να είναι παρέμβαση. Δεν τον αφήνουμε στην πραγματικότητα να βολευτεί και αυτό ίσως να επηρεάζει κάπως αρνητικά την ψυχολογία του.
Πολλές φορές και συνήθως στα κουτάβια παρεμβαίνουμε σε απλές καταστάσεις όταν πιστεύουμε ότι ο σκύλος μας χρειάζεται βοήθεια. Το πιο σύνηθες παράδειγμα είναι όταν ο σκύλος μας προσπαθεί να περάσει από κάπου όπου υπάρχει κάποιο εμπόδιο και εμείς αντί να τον αφήσουμε να βρει τον τρόπο (που αν τον αφήσουμε θα τον βρει) έχουμε την τάση να μετακινούμε το εμπόδιο, με αποτέλεσμα να μην του αφήνουμε χώρο για σκέψη, να μην τον αφήνουμε να εξελίξει τις ικανότητες του και να εξερευνήσει τις δυνατότητες του, κάτι που θεωρώ ότι μακροπρόθεσμα επηρεάζει αρνητικά την ψυχολογία του, συντελούμε στην δημιουργία ενός σκύλου ο οποίος δεν εμπιστεύεται τις ικανότητες του.
Παρεμβαίνουμε λοιπόν.
Είτε από την τάση μας οι σκύλοι να συμπεριφέρονται πολιτισμένα, με γνώμονα πάντα το τι σημαίνει για μας πολιτισμένα, χωρίς να τους επιτρέπουμε να είναι απλά σκύλοι, είτε από την υπερπροστασία μας και την ανάγκη μας να δημιουργούμε συνεχώς ένα ελεγχόμενο και ασφαλές περιβάλλον για τον σκύλο μας.
Για να μπορεί λοιπόν να έχει θετικό πρόσημο η παρέμβαση μας αφήνουμε τον σκύλο μας να επιλέξει μέσα σε ένα ασφαλές πάντα πλαίσιο.
Να του αφήνουμε πάντα χώρο να κάνει τις επιλογές του, ώστε η παρέμβαση μας να μετατραπεί σε προτροπή και έτσι να επιδράσει θετικά και στην ψυχολογία του αλλά και στην επικοινωνία μας. Και αυτό μπορεί να φαντάζει ιδεατό και μη ρεαλιστικό αλλά στην πραγματικότητα όπως αναφέρθηκε και παραπάνω στο παράδειγμα με το ΑΣΤΟ, το μόνο που χρειάζεται είναι να έχουμε επενδύσει χρόνο στο να χτίσουμε γέφυρα επικοινωνίας με τον σκύλο μας μέσα από την εκπαίδευση (την δική του αλλά κυρίως την δική μας στο να κατανοούμε τους τρόπους που εκφράζεται) καθώς και το να έχουμε ξοδέψει χρόνο παρατηρώντας τον για να μπορούμε να διαβάζουμε καλύτερα τις προθέσεις του και να μάθουμε τον χαρακτήρα του.
Να μετουσιώσουμε λοιπόν την παρέμβαση σε προτροπή.
Να προτρέπουμε τον σκύλο μας να παίρνει την σωστή απόφαση.
Όταν την παίρνει να τον επιβραβεύουμε.
Να τον καθοδηγούμε.
Να του δίνουμε την ευκαιρία να αποφασίζει.
Και πάντα να υπάρχει περιθώριο για λάθος.
Μέσα από τα λάθη μας μαθαίνουμε και εμείς και οι σκύλοι.
Και αφού μάθει από τα λάθη του την επόμενη φορά θα ξέρει.
Και εμείς πάλι θα τον επιβραβεύσουμε.
Και κάπως έτσι χτίζουμε την μεταξύ μας επικοινωνία αλλά και του δίνουμε χώρο να χτίσει την δική του επικοινωνία με τους άλλους σκύλους.
Από το πρωί που θα ξεκινήσει η μέρα μας μέχρι το βράδυ που θα πάμε για ύπνο παρεμβαίνουμε.
Από την στιγμή που ο σκύλος μας είναι μέλος της οικογένειας μας και ζούμε κάτω από την ίδια στέγη, εμείς είμαστε αυτοί που φτιάχνουμε το πρόγραμμα του.
Εμείς ορίζουμε πότε θα πάει βόλτα, πότε θα φάει, πότε θα παίξει μέσα στο σπίτι (όταν θα του δώσουμε τα παιχνίδια του), πότε θα συναναστραφεί και θα παίξει με άλλους σκύλους ,πότε θα παίξουμε εμείς μαζί του. Άρα φτιάχνοντας το πρόγραμμα του επιλέγουμε εμείς πότε είναι η ώρα για το κάθε τι.
Αυτό λοιπόν από μόνο του αποτελεί την μεγάλη γενική παρέμβαση στην καθημερινότητα τους, η οποία όμως σε γενικές γραμμές έχει θετικό πρόσημο μιας και οι σκύλοι είναι ζώα που αγαπάνε το πρόγραμμα και την ρουτίνα. Έτσι παρέχοντας τους ένα σταθερό πρόγραμμα σίγουρα δημιουργούμε στον σκύλο μας συναισθηματική ισορροπία και σταθερότητα.
Ας δούμε όμως τώρα λίγο πιο ειδικά τα πράγματα μέσα από κάποια παραδείγματα.
Όταν περπατάμε χωρίς τον οδηγό στη φύση ή βρισκόμαστε στο πάρκο σκύλων και ο σκύλος μας πάει να κάνει κάτι, ο,τι και αν είναι αυτό, και τον φωνάζουμε να έρθει σε εμάς, ουσιαστικά επεμβαίνουμε στην πορεία του και αυτός επιλέγει να αφήσει αυτό που ήθελε να κάνει για να ακούσει το κάλεσμα μας(ή και όχι).Εδώ θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παρέμβαση μας δεν έχει αρνητικό πρόσημο στην μεταξύ μας σχέση αφού ναι μεν παρεμβαίνουμε αλλά δεν επεμβαίνουμε άμεσα και κατηγορηματικά, τον προτρέπουμε αλλά στην τελική η επιλογή είναι δίκη του.
Κάθε φορά που ο σκύλος μας γαβγίζει, παρεμβαίνουμε προσπαθώντας να σταματήσουμε αυτόν το τόσο ενοχλητικό θόρυβο για εμάς με αποτέλεσμα να μην τον αφήνουμε να επικοινωνήσει αυτό που θέλει (ξέρω, πολλές φορές οι σκύλοι το παρακάνουν με το γάβγισμα, αλλά μας αρέσει δεν μας αρέσει το γάβγισμα παραμένει τρόπος επικοινωνίας και έκφραση συναισθημάτων)
Όταν περπατάμε και ο σκύλος μας πάει να πάρει κάτι από κάτω παρεμβαίνουμε για να μην το πάρει.
Και εδώ είναι ένα αρκετά ξεκάθαρο παράδειγμα για να προσδιορίσουμε αν η παρέμβαση μας έχει θετικό ή αρνητικό πρόσημο.
Τραβώντας τον οδηγό παρεμβαίνουμε, θα μπορούσαμε να πούμε κάπως βίαια, επιλέγοντας αυταρχικά για τον σκύλο μας. Προφανώς τις περισσότερες φορές αυτό γίνεται για το καλό του αλλά με το τράβηγμα του οδηγού δημιουργούμε στον σκύλο αρνητικό συνειρμό έτσι επηρεάζουμε αρνητικά την ψυχολογία του και αναμφισβήτητα προσδίδουμε αρνητικό πρόσημο στην μεταξύ μας επικοινωνία.
Στην ίδια όμως περίπτωση αν έχουμε επενδύσει χρόνο στην εκπαίδευση του σκύλου μας και του έχουμε μάθει την προτροπή ΑΣΤΟ, του δίνουμε την δυνατότητα της επιλογής ,ο σκύλος μας επιλέγει να το αφήσει για να επιβραβευτεί. Παρεμβαίνουμε μεν στην απόφαση του αλλά παραμένει δική του απόφαση και έτσι προσδίδουμε θετικό πρόσημο στην ψυχολογία του και σίγουρα στην μεταξύ μας επικοινωνία.
Η μεγαλύτερη για μένα παρέμβαση που συνηθίζουμε εμείς οι άνθρωποι να κάνουμε στους σκύλους μας είναι δυστυχώς στην μεταξύ τους επικοινωνία. Όταν ο σκύλος μας παίζει με κάποιον άλλο σκύλο και το παιχνίδι γίνει πιο άγριο, πιο έντονο, πιο ζωηρό κατά την δική μας πάντα άποψη, οι περισσότεροι από εμάς επεμβαίνουμε για να διακόψουμε το παιχνίδι πριν αφήσουμε τους σκύλους να επικοινωνήσουν μεταξύ τους για το πώς θέλουν οι ίδιοι να εξελιχθεί το παιχνίδι.
Αν ενοχλεί κάποια συμπεριφορά του τον άλλο σκύλο, ή αν ενοχλείται ο ίδιος από την συμπεριφορά του άλλου σκύλου, τους στερούμε την δυνατότητα να διορθώσουν ο ένας τον άλλον όπως μόνο οι σκύλοι ξέρουν να κάνουν μεταξύ τους και αυτό σίγουρα δεν κάνει καλό στην μεταξύ τους επικοινωνία.
Σε εκείνο το σημείο δείχνουμε ελάχιστη εμπιστοσύνη στον σκύλο μας θεωρώντας τον ανίκανο να βάλει τα όρια του ή να δεχτεί τα όρια του άλλου, επεμβαίνουμε λοιπόν χωρίς να αφήσουμε τον σκύλο μας να μάθει ποιες συμπεριφορές είναι αποδέκτες από τους άλλους σκύλους.
Το ίδιο ισχύει και σε μια πρώτη επαφή, μια καινούργια γνωριμία με έναν σκύλο. Όταν βλέπουμε μια συμπεριφορά που δεν μας φαίνεται σωστή παρεμβαίνουμε διακόπτοντας στην ουσία την γνωριμία, χωρίς να τους αφήσουμε να χαλαρώσει ο ένας τον άλλον, να μιλήσει ο ένας στον άλλο, επηρεάζοντας άθελα μας αρνητικά την μεταξύ τους επικοινωνία αλλά και την δίκη μας μαζί του.
Όταν ο σκύλος μας γρυλίζει, συνήθως παρεμβαίνουμε μαλώνοντας τον για να σταματήσει. Αυτό που καταφέρνουμε εκείνη την στιγμή είναι να τον μπερδέψουμε, να τον μουδιάσουμε συναισθηματικά.
Επηρεάζουμε αρνητικά την ψυχολογία του αλλά και την μεταξύ μας επικοινωνία, μιας και εμείς είμαστε αυτοί που διακόπτουμε την προσπάθεια επικοινωνίας του σκύλου μας, γιατί το γρύλισμα δεν είναι κάτι άλλο πέρα από τον τρόπο του να μας δείξει ότι η δεδομένη συνθήκη τον κάνει να νιώθει άβολα, ή να επικοινωνήσει τον φόβο του, το στρες του, τον πόνο ή την δυσαρέσκεια του.
Ακόμα και στον ύπνο τους καμιά φορά παρεμβαίνουμε. Όταν βλέπουν κάποιο έντονο όνειρο δεν είναι λίγες οι φορές που αρκετοί από εμάς τους ξυπνάμε για να σταματήσουμε αυτό που σε εμάς φαντάζει αρνητική και τρομαχτική εμπειρία. Αυτό που κάνουμε όμως στην πραγματικότητα είναι να διακόπτουμε τον ύπνο τους και σίγουρα αυτό πρέπει να επηρεάζει αρνητικά την ψυχολογία τους.
Ή όταν ξύνει με μανία το χαλί ή το κρεβάτι του για να βολευτεί, εμείς πάλι παρεμβαίνουμε, αυτήν την φορά ξεκάθαρα για να μην μας χαλάσει το χαλί ή για να μην καταστρέψει το κρεβάτι του. Παρόλο που είναι κατανοητός ο λόγος της παρέμβασης δεν παύει να είναι παρέμβαση. Δεν τον αφήνουμε στην πραγματικότητα να βολευτεί και αυτό ίσως να επηρεάζει κάπως αρνητικά την ψυχολογία του.
Πολλές φορές και συνήθως στα κουτάβια παρεμβαίνουμε σε απλές καταστάσεις όταν πιστεύουμε ότι ο σκύλος μας χρειάζεται βοήθεια. Το πιο σύνηθες παράδειγμα είναι όταν ο σκύλος μας προσπαθεί να περάσει από κάπου όπου υπάρχει κάποιο εμπόδιο και εμείς αντί να τον αφήσουμε να βρει τον τρόπο (που αν τον αφήσουμε θα τον βρει) έχουμε την τάση να μετακινούμε το εμπόδιο, με αποτέλεσμα να μην του αφήνουμε χώρο για σκέψη, να μην τον αφήνουμε να εξελίξει τις ικανότητες του και να εξερευνήσει τις δυνατότητες του, κάτι που θεωρώ ότι μακροπρόθεσμα επηρεάζει αρνητικά την ψυχολογία του, συντελούμε στην δημιουργία ενός σκύλου ο οποίος δεν εμπιστεύεται τις ικανότητες του.
Παρεμβαίνουμε λοιπόν.
Είτε από την τάση μας οι σκύλοι να συμπεριφέρονται πολιτισμένα, με γνώμονα πάντα το τι σημαίνει για μας πολιτισμένα, χωρίς να τους επιτρέπουμε να είναι απλά σκύλοι, είτε από την υπερπροστασία μας και την ανάγκη μας να δημιουργούμε συνεχώς ένα ελεγχόμενο και ασφαλές περιβάλλον για τον σκύλο μας.
Για να μπορεί λοιπόν να έχει θετικό πρόσημο η παρέμβαση μας αφήνουμε τον σκύλο μας να επιλέξει μέσα σε ένα ασφαλές πάντα πλαίσιο.
Να του αφήνουμε πάντα χώρο να κάνει τις επιλογές του, ώστε η παρέμβαση μας να μετατραπεί σε προτροπή και έτσι να επιδράσει θετικά και στην ψυχολογία του αλλά και στην επικοινωνία μας. Και αυτό μπορεί να φαντάζει ιδεατό και μη ρεαλιστικό αλλά στην πραγματικότητα όπως αναφέρθηκε και παραπάνω στο παράδειγμα με το ΑΣΤΟ, το μόνο που χρειάζεται είναι να έχουμε επενδύσει χρόνο στο να χτίσουμε γέφυρα επικοινωνίας με τον σκύλο μας μέσα από την εκπαίδευση (την δική του αλλά κυρίως την δική μας στο να κατανοούμε τους τρόπους που εκφράζεται) καθώς και το να έχουμε ξοδέψει χρόνο παρατηρώντας τον για να μπορούμε να διαβάζουμε καλύτερα τις προθέσεις του και να μάθουμε τον χαρακτήρα του.
Να μετουσιώσουμε λοιπόν την παρέμβαση σε προτροπή.
Να προτρέπουμε τον σκύλο μας να παίρνει την σωστή απόφαση.
Όταν την παίρνει να τον επιβραβεύουμε.
Να τον καθοδηγούμε.
Να του δίνουμε την ευκαιρία να αποφασίζει.
Και πάντα να υπάρχει περιθώριο για λάθος.
Μέσα από τα λάθη μας μαθαίνουμε και εμείς και οι σκύλοι.
Και αφού μάθει από τα λάθη του την επόμενη φορά θα ξέρει.
Και εμείς πάλι θα τον επιβραβεύσουμε.
Και κάπως έτσι χτίζουμε την μεταξύ μας επικοινωνία αλλά και του δίνουμε χώρο να χτίσει την δική του επικοινωνία με τους άλλους σκύλους.